Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2020

Φώτης Πετρίδης: «Η μεταγλώττιση διατηρεί την παιδικότητα μου ζωντανή. Αυτό είναι πολύ σημαντικό»


Ο Φώτης Πετρίδης είναι ηθοποιός και φωνητικός ηθοποιός που έχει δανείσει την φωνή του σε πάνω από χίλιες σειρές και ταινίες από το 1985 έως σήμερα.
Έχει συμμετάσχει σε τηλεοπτικά σήριαλ όπως "Λούφα και Παραλλαγή", "Η Πολυκατοικία" κ.ά. Ο πατέρας του ήταν σκηνοθέτης ενώ ο ίδιος μαγεύτηκε από την Υποκριτική μέσω του θεάτρου σκιών και του Καραγκιόζη, καθώς υπήρξε καραγκιοζοπαίχτης την δεκαετία του '80, μέσω του οποίου άνοιξε ο δρόμος για την μεταγλώττιση. Οι περισσότεροι τον γνωρίζουν σαν την ελληνική φωνή του Μπαγκς Μπάνι ή άλλων χαρακτήρων κινουμένων σχεδίων. Το πρόσωπο πίσω από την φωνή, κάθεται "στον καναπέ" μας και μας μιλάει για την μεταγλώττιση και για σημαντικά στάδια της ζωής του τα οποία δεν γνωρίζουμε.

Αρχικά, τι έφερε την Υποκριτική στη ζωή σας; Τι σας έκανε να θέλετε να γίνετε ηθοποιός;

Γεννήθηκα μέσα σε οικογένεια του χώρου καθώς ο πατέρας μου, ο Γιώργος Πετρίδης, είναι σκηνοθέτης με πολύ πλούσιο βιογραφικό, από την εποχή του Φίνου, και από τους πρώτους μαθητές της σχολής Σταυράκου, η οποία είναι η γνωστότερη σχολή κινηματογράφου στην Ελλάδα. Επομένως, γεννήθηκα μέσα σε έναν τέτοιον χώρο. Παρ’ όλα αυτά, πριν ουσιαστικά αρχίσω να καταλαβαίνω ποια είναι η εργασία του πατέρα μου, γύρω στα δέκα μου, είδα έναν φίλο στην Ύδρα να σκαλίζει φιγούρες Καραγκιόζη. Αυτό έγινε για μένα σημείο αναφοράς. Ερωτεύτηκα τον Καραγκιόζη, και τον ερωτεύτηκα κυρίως για την υποκριτική του, δηλαδή για όλους τους ρόλους όπως του Χατζηαβάτη, του Καραγκιόζη, των Κολλητηρίων κ.λπ. Έζησα ως καραγκιοζοπαίχτης για αρκετά χρόνια με κυρίαρχο στοιχείο την υποκριτική. Με βοηθούσαν οι φίλοι μου με τις φιγούρες και με τα υπόλοιπα. Επομένως, η Υποκριτική, πριν ουσιαστικά συνειδητοποιήσω σε ποια οικογένεια ανήκω και τι είναι αυτό που λέγεται Υποκριτική, είχε ήδη μπει στη ζωή μου μέσω του Καραγκιόζη.
Ο Φώτης Πετρίδης ως καραγκιοζοπαίχτης το 1983
Ποια ήταν η πρώτη σας μεταγλώττιση και πώς προέκυψε η ενασχόληση σας με αυτήν;

Αντίστοιχα, λοιπόν, σε συνέχεια αυτού που έλεγα προηγουμένως, ο πατέρας μου είναι ο γεννήτορας της μεταγλώττισης στην Ελλάδα. Ακόμη κι εγώ ήμουν μικρό παιδάκι όταν πρωτοέγιναν οι μεταγλωττίσεις στο «Μικρό Σπίτι στο Λιβάδι», «Μάχη», «Οικογένεια Γουόλτονς», την τελευταία δεν την έκανε ο πατέρας μου, την έκανε ο Σπύρος Μηλιώνης, ένας άλλος σπουδαίος σκηνοθέτης της μεταγλώττισης. Οπότε, η μεταγλώττιση υπήρχε μέσα στο σπίτι μου όσο εγώ μεγάλωνα. Παρ’ όλα αυτά, οφείλω να ομολογήσω ότι όταν άρχισα ν’ ασχολούμαι με την μεταγλώττιση, πρώτα άρχισαν να με χρησιμοποιούν όλοι οι άλλοι συνάδελφοι και συνεργάτες του πατέρα μου κρίνοντας με ως αξιόλογο στην δουλειά μου, και τελευταίος ο πατέρας μου γιατί δεν σήκωνε μύγα στο σπαθί του μην τυχόν και του πουν ότι έχει βάλει τον γιο του με μέσον κ.λπ. Η μεταγλώττιση από πάρα πολύ νωρίς ήταν για μένα ένα προϊόν που ήξερα πού απευθύνεται. Απευθύνεται κυρίως σε ανθρώπους που δεν έχουν την ικανότητα να διαβάσουν πολύ γρήγορα υπότιτλους, μεγαλύτερης ηλικίας, και βασικά σε παιδιά. Άρα, από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησα μέχρι σήμερα, 35 χρόνια μετά, είναι ένα ιερό και ένα όσιο η μεταγλώττιση και το κοινό στο οποίο απευθύνεται, και το πώς πρέπει να παράγεται το προϊόν. Την αγαπώ ιδιαίτερα, δεν την κάνω για βιοπορισμό. Φυσικά, συμβάλλει στον βιοπορισμό μου, αλλά την αγαπώ ως προϊόν και ως αντικείμενο εργασίας, που διατηρεί σε καθημερινή βάση την παιδικότητα μου ζωντανή και ενεργή, γιατί ασχολούμαστε κυρίως με παιδικά προγράμματα και αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό.

Πηγή εικόνας: Facebook Page "Φώτης Πετρίδης,
η Φωνή του Μπαγκς Μπάνι"
Ποιος ήταν ο αγαπημένος σας ρόλος στην μεταγλώττιση; Υπήρξε κάποιος που να ξεχωρίσατε;

Μιλάμε για εκατοντάδες-χιλιάδες ώρες μεταγλώττισης όλα αυτά τα 35 χρόνια. Σίγουρα ξεχωρίζει η σχέση μου με τον Μπαγκς Μπάνι, που ήμουν η φωνή του για 17 χρόνια. Είναι ο αγαπημένος μου ήρωας και η αγαπημένη μου προσωπικότητα στα καρτούν. Ο χαρακτήρας του με ιντριγκάρισε από την πρώτη στιγμή και ακόμη με ιντριγκάρει. Αλλά έχουν περάσει πάρα πολλοί αγαπημένοι μου ρόλοι. Πραγματικά, δεν φανταζόμουν ποτέ όταν ξεκινούσαμε πριν από 23 χρόνια τα «Πόκεμον»… Και μάλιστα να αναφέρω κάτι για την συνέντευξη μας πάνω σε αυτό. Στα πρώτα επεισόδια των «Πόκεμον» πριν περίπου 23 χρόνια, δεν ξέραμε αν θα είχαμε στην διάθεση μας τους ήχους των Πόκεμον ή αν θα έπρεπε να τους κάνουμε εμείς, επομένως στα πρώτα επεισόδια, τον Πίκατσου τον κάνω εγώ. Ήμουν 22 χρόνια νεότερος και η φωνή μου μπορούσε να κάνει τον Πίκατσου! Τώρα είμαι αρκετά μεγάλος για να κάνω τον Πίκατσου. Αυτό είναι ένα μυστικό που δεν το ξέρει ο κόσμος, ότι στα πρώτα επεισόδια ήμουν εγώ η φωνή του. Ο Τζέιμς, λοιπόν, από τα «Πόκεμον» είναι ένας αγαπημένος μου ρόλος, από την ομάδα «Πύραυλος», ο Τζέιμς, η Τζέσι και ο Μιάου. Ο Μπεκ, που ήταν ο βοηθός του Μόουζερ από την σειρά «Υπαστυνόμος Ρεξ», περίπου 1997-98, ήταν επίσης ένας πολύ αγαπημένος μου ρόλος και πραγματικά εκατοντάδες άλλοι. Από τον Πάνθρο στα «ThunderCats» μέχρι… Πραγματικά, δεν ξέρω τι να πρωτοθυμηθώ, είναι χιλιάδες ώρες μεταγλώττισης.


Τι ξεχωριστό έχει για εσάς η μεταγλώττιση συγκριτικά με τους άλλους τρόπους ενσάρκωσης χαρακτήρων;

Τα χρόνια που εγώ εργάστηκα και εργάζομαι ως ηθοποιός, περάσαμε λίγο στην «αμερικανοποίηση» της ερμηνείας, αυτό δηλαδή το μίνιμαλ που έχεις μια κάμερα πολύ κοντά σου και ότι δεν χρειάζεται να κάνεις πολλές εκφράσεις, με πολύ λίγα πράγματα και πολύ έντονο συναίσθημα εκφράζονται αυτά που θέλεις. Επειδή, λοιπόν, είμαστε σ’ αυτή την εποχή και τηλεοπτικά και θεατρικά, η μεταγλώττιση στον αντίποδα για να μπορέσει μόνο η φωνή να εκφράσει όλο αυτό το συναίσθημα, που και ως καρτούν είναι υπερβολικό, τίποτε δεν είναι απλό, όλα γίνονται σε μεγάλες διαστάσεις, χρειάζεται παθιασμένη ερμηνεία, σχεδόν υπερβολική. Αν δηλαδή έβλεπε κάποιος, την ώρα που κάνουμε μεταγλώττιση, τις εκφράσεις του ηθοποιού, θα έλεγε ότι αυτό δεν περνάει τηλεοπτικά, κινηματογραφικά ή θεατρικά. Όμως, αν δεν δώσεις όλο αυτό το πάθος στη φωνή σου με πολλή ενέργεια, εγρήγορση, αντανακλαστικά και εντάσεις στην μεταγλώττιση, δεν φτάνει ο ήχος να γραφτεί όπως πρέπει πάνω σε αυτό το καρτούν.


Πώς ζείτε την εμπειρία των ηχογραφήσεων; Είναι το ίδιο μαγική όπως και το αποτέλεσμα;

Οι ηχογραφήσεις είναι πολύ διαφορετικές από το αποτέλεσμα. Αρχικά, μιλάμε για μια επίπονη δουλειά. Δεν έχει καμία ευκολία και δεν είναι κάτι απλό όπως εν τέλει μπορεί να φαίνεται σ’ ένα επεισόδιο καρτούν. Έχει πάρα πολύ κόπο, έχει ιδρώτα κυριολεκτικά, αγώνα και μία πολύ σκληρή αντιπαράθεση του ηθοποιού μέσα στο στούντιο με τον σκηνοθέτη απ’ έξω που πρέπει να ζητήσει και να πάρει την όσο το δυνατόν καλύτερη ερμηνεία από τον ηθοποιό. Μέσα σ’ αυτή την διαδικασία, υπάρχουν άπειρα ευτράπελα, άπειρα σαρδάμ και ένταση. Άρα, λοιπόν, είναι πολύ διεγερτική η εργασία πριν φτάσουμε στο τελικό αποτέλεσμα, το οποίο μπορεί να είναι μία φράση δύο γραμμών. Για να γεννηθεί, όμως, αυτό, έχει περάσει εργασία μπόλικη από πίσω.


Η μεταγλώττιση εκτός κινουμένων σχεδίων έχει περισσότερες απαιτήσεις; Αν ναι, ποιες είναι αυτές;

Θα πω ότι έχει περισσότερες απαιτήσεις, γιατί μιλάμε για το λεγόμενο «ζωντανό», άρα μιλάμε για ηθοποιούς. Έτσι και αλλιώς, η δουλειά στην ολοκληρωτική της μορφή έχει ένα μεσαίο στάδιο πάρα-πάρα πολύ σημαντικό που λέγεται «adaptation», είναι η προσαρμογή διαλόγων. Εκεί, λοιπόν, εάν στο καρτούν υπάρχει μία έντονη εργασία για να πετύχεις σωστά τον συσχετισμό συλλαβών, ακόμη και φωνηέντων ή συμφώνων στη λέξη που χρησιμοποιείς για να κάτσει καλά στο στόμα του καρτούν - και αναφέρομαι για το καρτούν που γίνεται γρήγορα και προορίζεται για εβδομαδιαία προβολή, όχι για τις ταινίες, γιατί σε αυτές οι απαιτήσεις αυξάνονται - στην περίπτωση του «ζωντανού», επειδή στο στόμα του ηθοποιού είναι πολύ πιο καθαρά τα φωνήεντα και τα σύμφωνα, είναι ακόμα πιο δύσκολο και για τον adaptater και για τον ηθοποιό και για τον σκηνοθέτη να πετύχει όσο το δυνατόν καλύτερα τον συσχετισμό της ξένης λέξης με την ελληνική. Οφείλω να ομολογήσω, επειδή ζούμε σε μια εποχή ταχύτητας, αυτό είναι λίγο είδος πολυτέλειας. Κάποιοι από εμάς είμαστε σχεδόν οι «σχιζοφρενείς» της εργασίας και απαιτούμε, παλεύουμε, προσπαθούμε να πετύχουμε αυτό το αποτέλεσμα. Το «ζωντανό», λοιπόν, για να ολοκληρώσω την απάντηση μου στην ερώτηση σου, είναι πιο απαιτητικό. Και μάλιστα, θα αναφέρω μια ιστορία. Το ’97-’98 όταν έκανα κάποια επεισόδια της σειράς «Υπαστυνόμος Ρεξ», τότε ήταν μία περίοδος «πτώσης» της μεταγλώττισης, την είχαν εκμεταλλευτεί πάρα πολύ τα ιδιωτικά κανάλια για να την αφαιμάξουν για να πληρώσουν τους μεγάλους σταρ και έριχναν τις τιμές, με αποτέλεσμα να έχει καταργηθεί η κολόνα της μεταγλώττισης που λέγεται προσαρμογή διαλόγων-adaptation. Ζήτησα από την τότε σύντροφο μου αμισθί να κάνει προσαρμογή διαλόγων για την σειρά αυτή προκειμένου να τους δείξουμε ότι μπορεί να γίνει πολύ καλά μια εργασία, ειδικά τέτοιων απαιτήσεων όπως ήταν ο «Υπαστυνόμος Ρεξ». Αυτό έγινε με απώτερο σκοπό τα παιδιά που θα έβλεπαν κυρίως αυτή τη σειρά, γιατί παρόλο που ήταν μία αστυνομική και σκληρή για τα παιδιά σειρά την έβλεπαν πάρα πολύ και παιδιά, να ακούσουν ωραία τη γλώσσα. Ως δώρο για την προσπάθεια μας τότε, μετά από μερικά χρόνια σε ένα δοκιμαστικό που έκανα, έπρεπε να κάνω τον πατέρα, μία άλλη ηθοποιός-συνάδελφος έκανε την μητέρα και έφεραν ένα παιδί 10-11 χρονών να κάνει τον γιο μου. Όταν μιλήσαμε και τον ρώτησα τι του αρέσει να βλέπει στην τηλεόραση, μού είπε «Μου αρέσει να βλέπω τον Ρεξ, γιατί ακούω ωραία την γλώσσα». Είναι δηλαδή πολύ σημαντικό αυτό που κάνουμε ως εργασία, είναι πολύ πιο απαιτητικό το «ζωντανό» και θέλει πάθος για να βγει σωστά το αποτέλεσμα.


Πιστεύετε ότι η μεταγλώττιση σε άλλες χώρες είναι πιο ώριμη; Σε τι υστερεί, πιστεύετε, η μεταγλώττιση στην χώρα μας; Και κυρίως η μεταγλώττιση εκτός κινουμένων σχεδίων.

Ωραία ερώτηση. Αν είναι πιο «ώριμη»… Οι Ισπανοί, οι Γάλλοι, οι Ιταλοί, οι Γερμανοί δεν είναι χαζοί που εδώ και χρόνια τα τηλεοπτικά τους προγράμματα μέχρι τις ειδήσεις, δηλαδή πριν τις ταινίες, τα μεταγλωττίζουν. Αυτό το κάνουν και στις μεγάλου μήκους ταινίες, αλλά έστω πριν τις ειδήσεις δεν είναι χαζοί που μεταγλωττίζουν τα πάντα. Είτε θα έχουν πρόγραμμα στην γλώσσα τους, ή αν είναι ξενόγλωσσο το μεταγλωττίζουν. Λέω «δεν είναι χαζοί» γιατί ξέρουν πάρα πολύ καλά ότι μέσα από την γλώσσα και από τον ήχο της, περνάει όλη η δυναμική ενός τόπου, οι αξίες του, τα ήθη του και τα έθιμα του. Η γλώσσα είναι στο DNA. Δεν είναι, λοιπόν, καθόλου χαζοί που προστατεύουν την γλώσσα τους από ό,τι ξενόφερτο μεταγλωττίζοντας τα πάντα. Εκείνοι μπορεί να φτάσουν στην υπερβολή και να δεις τελικά τον Αλ Πατσίνο να μιλάει ιταλικά, να δεις τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο να μιλάει γερμανικά. Ας πούμε ότι δεν θα ήθελα αυτό να το δω, θα προτιμούσα να έχω την επιλογή ν’ ακούσω τους ηθοποιούς αυτούς στην γλώσσα τους. Αλλά, αυτή η πράξη όλων αυτών των χωρών είναι γιατί έχουν γνώση πόσο σημαντική είναι η γλώσσα στο μεγάλωμα γενεών και στην διατήρηση των αξιών μιας χώρας, ενός πολιτισμού. Εμείς, λοιπόν, εδώ, πατήσαμε πάρα πολύ εύκολα την μπανανόφλουδα της «αμερικανοποίησης». Αυτή τη στιγμή, η δική σου η γενιά και προσωπικά εσύ, θα παρατηρήσεις ότι οι μισές λέξεις που χρησιμοποιείς στην καθημερινότητα σου είναι αγγλικές. Εμείς δεν είχαμε ποτέ στην γλώσσα μας το «ουάου» ή το «έι». Δεν λέω ότι δεν θα γίνουν προσμείξεις, φυσικά και θα γίνουν. Αλλά άλλο οι προσμείξεις και άλλο ολόκληρες γενιές να μιλούν περισσότερο με αγγλικές εκφράσεις. Είναι δυστύχημα από την πιο πλούσια γλώσσα του πλανήτη, που διαθέτει λέξεις που μπορούν να εκφράσουν το πιο ανεπαίσθητο, πλούσιο, λεπτό συναίσθημα, τελικά εμείς να χρησιμοποιούμε 100, 200, 300 ξένες λέξεις ανεξαρτήτως των υβριστικών φράσεων, για να συνεννοηθούμε. Ναι, είναι πολύ πιο ώριμη η μεταγλώττιση σε άλλες χώρες, γνωρίζουν γιατί την κάνουν. Εμείς εδώ ακόμη και σήμερα, ακόμη και άνθρωποι που είναι σε υπεύθυνα πόστα στην μεταγλώττιση, δεν έχουν βαθιά γνώση γιατί την κάνουν. Την κάνουν ως ένα παραγόμενο προϊόν για να βγάλουν χρήματα. Δεν έχουν αίσθηση και συναίσθηση στο πού απευθύνεται και τι κάνει πάνω στις ψυχές μικρών παιδιών από έξι έως δεκαπέντε χρονών κ.λπ. Επομένως, ακούγονται λάθος τα ελληνικά και γίνεται κακή χρήση της γλώσσας. Οι ξένοι, λοιπόν, γνωρίζουν, και κατ’ επέκταση προστατεύουν την μεταγλώττιση και την αμείβουν αξιοπρεπώς. Κλείνοντας, να προσθέσω ότι συνάδελφοι στα δικά μου χρόνια στην εργασία και με το δικό μου προϊόν ως παραγωγή, αμειβόταν αξιοπρεπέστατα σε σχέση με όλο τον δικό μου κλάδο που αγωνίζεται για ένα πενιχρότατο μεροκάματο έτσι όπως την έχουν καταντήσει την μεταγλώττιση.



«Τα καρτούν με βία ήρθαν με την έλευση των ιδιωτικών καναλιών. Είμαι κάθετα αντίθετος με τα βίαια καρτούν.»




Σε παλαιότερη συνέντευξη σας, είχατε αναφερθεί στην έλευση των κινουμένων σχεδίων με βία στην χώρα μας. Πώς ξεκίνησε αυτό και ποια είναι η δική σας γνώμη;

Είναι πολύ κάθετα τα πράγματα, πάρα πολύ κάθετα. Η έλευση των κινουμένων σχεδίων με άκρατη βία ήρθαν μαζί με την έλευση των ιδιωτικών καναλιών στην Ελλάδα. Θα ακουστεί λίγο σχέδιο συνωμοσίας αυτό που λέω, αλλά είναι η δική μου πεποίθηση. Το προϊόν βίας ξεσηκώνει πιο πολύ το συναίσθημα, και κατ’ επέκταση γίνεται και καλύτερος καταναλωτισμός μέσα από ένα ξεσηκωμένο συναίσθημα, είτε θα είναι κούκλα, είτε θα είναι όπλο, είτε θα είναι σπαθί, είτε θα είναι οτιδήποτε. Η έλευση, λοιπόν, των ιδιωτικών καναλιών το 1989 στην Ελλάδα, και μάλιστα, επειδή λειτούργησαν για 30 και πλέον χρόνια με προσωρινή άδεια εκπομπής σήματος, δεν υποχρεούταν ν’ ακολουθήσουν κανέναν νόμο και αναφορικά με τις αμοιβές και με το περιεχόμενο που εξέπεμπαν. Δεν υπήρχε δηλαδή δυνατότητα να παρέμβει κανένα Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο, ειδικά τα πρώτα χρόνια και δεν υπήρχε κιόλας για να ασχοληθεί και να πει «Τι είναι αυτά που δείχνετε; Αυτά είναι βδελυρά για τις ψυχές των μικρών παιδιών». Κυριολεκτικά, λοιπόν, περάσαμε από την εποχή της ΕΡΤ-1, όπου εργαζόμουν εγώ, με σειρές όπως «Μια Φορά κι Έναν Καιρό Ήταν ο Άνθρωπος», μία υπέροχη σειρά για το παιδί που περιείχε ψυχαγωγία αλλά και εκμάθηση για τα νέα παιδιά. Τρυφερές σειρές σαν τα «Μούμινς», σαν το «Κάντυ-Κάντυ», σαν τα «Στρουμφάκια», και πολλές άλλες οι οποίες αφορούσαν παιδικές ψυχές, εκεί όπου απευθύνονταν. Περάσαμε αυτόματα το 1989 στα «G.I.Joe», «Power Rangers» και όλο το «αντιαισθητικό» και βίαιο πράγμα. Πάρα πολλή βία, λοιπόν. Θυμάμαι ήταν σοκαριστικό ακόμη και για εμάς που το παράγαμε στα «G.I.Joe» για πρώτη φορά ο Κόμπρα να λέει «Σφάξτε τους! Σκοτώστε τους…». Αυτό το έβλεπαν παιδάκια έξι-επτά χρονών. Με αυτό γαλουχήθηκαν, με αυτό μεγάλωσαν. Μια γενιά πριν από σένα, ξαφνικά αρχίσαμε να βλέπουμε μπόλικη βία στις γειτονιές της Αθήνας για το τίποτε, «Γιατί δεν μου δίνεις τα παπούτσια σου; Θα σε σπάσω στο ξύλο!». Αλόγιστη και άλογη βία που ήταν αποτέλεσμα όλης αυτής της διαπαιδαγώγησης. Είμαι, λοιπόν, κάθετος ότι τα ιδιωτικά κανάλια με τάση να γίνουμε καλύτεροι καταναλωτές, να γίνουμε λιγότερο σκεπτόμενοι άνθρωποι με λιγότερες αναζητήσεις και αγωνίες για το πνεύμα μας, βοήθησαν στο χαμήλωμα του πνευματικού επιπέδου του λαού. Ζούμε την εποχή των αντιαισθητικών ριάλιτι. Για σένα μπορεί να είναι φυσιολογικό το «Big Brother», αλλά είναι αντιαισθητικό αν συλλάβεις ότι δέκα άτομα είναι μέσα σ’ ένα σπίτι κι εμείς τα δέκα εκατομμύρια απ’ έξω αναλώνουμε τη ζωή μας παρακολουθώντας τι κάνουν αυτοί εκεί μέσα. Είναι λίγο ή πολύ σχέδιο υποβάθμισης όλου του πνευματικού επιπέδου και του δικού μας λαού και άλλων. Δεν είμαστε οι μόνοι που θέλουν να μας χειραγωγήσουν, απλώς εμείς ήμασταν ένας λαός με ταμπεραμέντο και χρειάστηκε να μας «πουσάρουν» πολύ. Έπρεπε να κατέβουμε πάρα πολύ πνευματικά, σε αυτό βοήθησαν πάρα πολύ τα ιδιωτικά κανάλια με την συμπεριφορά τους την γενικότερη και το παιδικό πρόγραμμα ήταν το πρώτο σκαλί για να κατέβουμε, να γίνουμε βίαιοι κ.λπ. Και έχουμε φτάσει, λοιπόν, σε αυτή την εποχή που σχεδόν τρώμε στο κρεβάτι μας ή στον καναπέ μας και βλέπουμε στην τηλεόραση ένα παιδάκι πνιγμένο να βγαίνει από την Μεσόγειο ή ένα κεφάλι σφαγμένο, και να λέμε «Ε, και τι έγινε;». Τόσο σαθρός και υποανάπτυκτος έχει γίνει ο πολιτισμός μας, γι’ αυτό είμαι κάθετα τοποθετημένος για τα βίαια καρτούν.


Είστε παράλληλα και ραδιοφωνικός παραγωγός. Τι ομοιότητες έχει η παραγωγή ραδιοφώνου με την μεταγλώττιση και την Υποκριτική;

Όχι. Έχω υπάρξει περιοδικά για πολύ λίγο χρονικό διάστημα. Είναι ένας τελείως διαφορετικός κόσμος. Τελείως όμως. Γιατί σε αυτό το δίωρο που έχεις, έχεις ως απώτερο σκοπό, σε αυτόν που σε ακούει στο ραδιόφωνο, να του δημιουργήσεις όμορφα συναισθήματα μέσα από μουσική που εσύ ακούς, αγαπάς, εκτιμάς και αυτήν προτείνεις στους ακροατές σου. Εκεί, λοιπόν, είναι τελείως προσωπική υπόθεση με τι συναισθήματα θέλεις να γεμίσεις τους ακροατές σου. Είναι μία τελείως ατομική, προσωπική πνευματική πορεία. Δεν έχει καμία σχέση με την μεταγλώττιση, στην οποία είσαι «στρατιώτης». Αν δηλαδή το καρτούν που ερμηνεύεις πρέπει να πει έναν πολύ γρήγορο μονόλογο κλαίγοντας, δεν μπορείς να κάνεις τίποτε άλλο παρά να κάνεις αυτό που σου ζητάει.

«Σ' έναν νέο ηθοποιό, θα πρότεινα να έχει έναν παράλληλο βιοπορισμό. Μόνο έτσι θα μπορεί να κυνηγήσει τ' όνειρο του»


Τι θα συμβουλεύατε έναν νέο ηθοποιό ή μεταγλωττιστή, ο οποίος ξεκινάει τώρα την καριέρα του;

Σε έναν νέο ηθοποιό θα έλεγα να έχει πολύ γερό στομάχι και να παλέψει με κάθε τρόπο να μπορεί να δημιουργήσει έναν παράλληλο βιοπορισμό, γιατί σ’ ένα ποσοστό 99,9 τοις εκατό το να διαβιώσεις από το επάγγελμα αυτό και στις μέρες μας είναι αδύνατον. Είναι αδύνατον γιατί έναν νέο άνθρωπο θα τον εκμεταλλευτούν και θα του δώσουν απίστευτα λίγα χρήματα, ακόμη και σε καθημερινό σήριαλ να είναι, είτε στο θέατρο, με τα οποία δεν πληρώνεις ούτε το νοίκι σου, και επιπλέον θα του απαιτήσουν πολλές ώρες αβαρίας είτε σε πρόβες που δεν πληρώνονται είτε σε αναμονή στο σήριαλ, επειδή ως νέος θα περιμένει να δουλέψουν οι άλλοι. Θα του πρότεινα να μπορέσει με κάποιον τρόπο να δημιουργήσει έναν παράλληλο βιοπορισμό ώστε να έχει την «πολυτέλεια» κυνηγώντας το όνειρο του ως ηθοποιός, να μην ενδίδει σε πολλά ευτελή και στενάχωρα πράγματα όπως είναι αυτή η αμισθί εργασία. Όσον αφορά την μεταγλώττιση, όποιος αποφασίσει να δοκιμαστεί σε αυτήν, να ξέρει ότι οι έμπειροι σκηνοθέτες της μεταγλώττισης θα του ζητήσουν να φτάσει στο ανώτατο της ερμηνείας, να έχει μεγαλύτερη εγρήγορση από αυτούς που παίζουν στο θέατρο ή στην τηλεόραση, αντανακλαστικά οδηγού Φεράρι και πάθος σαν να παράγει το ωραιότερο πράγμα στη ζωή του. Αυτά όλα πρέπει να φτάσουν στη φωνή του και να εκφραστούν πάνω σ’ αυτό που του ζητιέται. Μόνο έτσι μπορεί να έχει προσδοκία.


Τι ετοιμάζετε αυτόν τον καιρό; Σε τι νέο πρόκειται να σας ακούσουμε, ή να σας δούμε, το επόμενο διάστημα;

Ολοκλήρωσα μόλις δύο σειρές τις οποίες και τις δύο τις έκαναν όλοι συνάδελφοι παλαιότερα. Τις ανέλαβα εγώ τον τελευταίο καιρό. Η μία είναι «Το Μικρό μου Πόνυ», ένας νέος κύκλος αυτής της αγαπημένης σειράς των παιδιών, και η άλλη είναι το «Τόμας το Τρενάκι» που επίσης είναι μία σειρά πολλών χρόνων και πολύ αγαπημένη. Και με το καλό, Μάρτιο με Απρίλιο, θα κάνουμε την καινούργια ταινία του Μπομπ του Σφουγγαράκη. Έχουμε ήδη κάνει το τρέιλερ και θα μπούμε στο στούντιο για να κάνουμε την νέα ταινία. Αυτό όσον αφορά την μεταγλώττιση.

«Στη Λευκάδα είδα πρώτη φορά σε θερινό κινηματογράφο τον Κινγκ Κονγκ. Εντυπωσιακό για τα μάτια ενός παιδιού»


Ξέρουμε ότι έχετε ζήσει και στη Λευκάδα. Θέλετε να μας πείτε μερικά πράγματα για την εμπειρία σας από το νησί;

Έχω ζήσει στη Λευκάδα κάποια χρόνια ως παιδάκι, πριν αρκετά χρόνια. Αυτά που θυμάμαι έντονα, γιατί ήμουν μεταξύ έξι με οκτώ ετών και ερχόμασταν μερικά καλοκαίρια στο νησί, είναι δύο πράγματα. Το ένα είναι ότι είδα πρώτη φορά σε θερινό κινηματογράφο τον Κινγκ Κονγκ, τον παλιό, με την Τζέσικα Λανγκ. Εντυπωσιακό για τα μάτια του παιδιού τότε. Και το άλλο είναι μια εμπειρία μου από τον Άγιο Νικήτα. Αγαπούσαμε πολύ αυτό το χωρίο. Ενώ, λοιπόν, ήμουν παιδάκι κι έκανα μπάνιο στον Άγιο Νικήτα, ήθελα να κάνω βουτιά με την μάσκα μου. Έλα, όμως, που τα κύματα του Αγίου Νικήτα δεν είναι τόσο φιλικά. Κάποια στιγμή με αρπάζει ένα κύμα. Η μητέρα μου βρισκόταν απ’ έξω ουρλιάζοντας βλέποντας με ότι έχω χάσει τον έλεγχο και ο πατέρας μου βρισκόταν επάνω πιο ψηλά, όπου είχε μια καφετέρια, και νόμιζε ότι παίζαμε και διασκεδάζαμε χωρίς να αντιληφθεί τον κίνδυνο. Το κύμα με πέταξε μία φορά στον βράχο, με ξαναπαίρνει μέσα στην θάλασσα για να με ξαναχτυπήσει και να με κάνει χαλκομανία στον βράχο. Εκείνη την στιγμή, βουτάει ένα παιδί Λευκαδίτης, καλή του ώρα αν τα φέρει η ζωή και δει αυτή την συνέντευξη. Νομίζω ονομαζόταν Ηλίας. Αυτός ήταν 14ων ενώ εγώ ήμουν επτά με οκτώ ετών. Με άρπαξε από τα μαλλιά και με έσωσε την τελευταία στιγμή, κυριολεκτικά. Ήταν μια δυνατή εμπειρία που την θυμάμαι. Παρ’ όλα αυτά, έχω ιδιαίτερη αγάπη στη Λευκάδα και μάλιστα συζητάω με κάτι φίλους μήπως το ερχόμενο καλοκαίρι την επισκεφτούμε.
"Μέσα από την ομάδα θα μπορέσουμε να κρατήσουμε τον κρίκο του σημαντικού"
Θα ήθελα να προσθέσω κάτι τελευταίο. Ένα άλλο κομμάτι που δεν είναι γνωστό στον κόσμο, αλλά είναι καλό να μαθευτεί, είναι ένα σπουδαίο, κατά την γνώμη μου, έργο που κάνω με τις θεατρικές ομάδες. Εκεί γίνεται ακριβώς αυτή η εργασία πώς μέσα από την ομάδα, μέσα από συλλογικό πνεύμα, μέσα από όμορφη συνδιαλλαγή, και αντιπαράθεση αλλά ευγενική, θα μπορέσουμε να κρατήσουμε τον κρίκο του σημαντικού σε αυτή την σαθρή περίοδο. Εγώ διατείνομαι ότι διάζουμε έναν τεχνολογικό μεσαίωνα. Ότι, δηλαδή, είναι τόσο δεύτερη η αξία της ανθρώπινης ζωής που πρέπει να περάσουμε αυτόν τον μεσαίωνα, έστω κι αν είναι τεχνολογικός, για να ξαναέρθει η αναγέννηση όπου η ανθρώπινη ύπαρξη να αποκτήσει αξία. Είναι μεγάλη φιλοσοφική κουβέντα, απλώς λέω ότι μέσα από αυτές τις θεατρικές ομάδες παλεύω και παλεύουμε όλοι μαζί για να συνεχίσουμε τον κρίκο του σημαντικού. Το ίδιο κάνω και στην μεταγλώττιση, όσο μου επιτρέπεται.

Δείτε ολόκληρη την συνέντευξη σε βίντεο εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου